0
No products in the cart.
0
No products in the cart.
0
No products in the cart.
0
No products in the cart.

Το κίνημα της Σύνθεσης στην Ψυχοθεραπεία

Home / Άρθρα / Το κίνημα της Σύνθεσης στην Ψυχοθεραπεία

Περιεχόμενα

Γράφουν: Τσιριγώτης Θεόδωρος, DClinPsy & Χαραλαμπάκης Αναστάσιος, Med.M.,Ph.D. 
Το κίνημα της Σύνθεσης στην Ψυχοθεραπεία
Η τάση προς τη σύνθεση των θεωριών
Σύμφωνα με τον McLeod (2005) μία σειρά από μελέτες στις δεκαετίες του 1960 και 1970 κατέδειξαν ότι αυξάνονταν συνεχώς οι επαγγελματίες εκείνοι που περιέγραφαν τον εαυτό τους ως οπαδό  της «σύνθεσης» (integrationist) και όχι της προσκόλλησης σε ένα μόνο θεωρητικό μοντέλο. Χαρακτηριστικές είναι οι μελέτες των Garfield και Kurtz (1974, 1977) , καθώς και των Prochaska και Norcross (1983) και  O’Sullivan και Dryden (1990) όπου διαπιστωνόταν η τάση των περισσοτέρων κλινικών για τη σύνθεση θεωρητικών προσεγγίσεων. Ενώ οι Hollanders και McLeod (1999) διεξήγαγαν μια έρευνα στην οποία πήραν μέρος περισσότεροι από 300 σύμβουλοι και ψυχοθεραπευτές της Μεγάλης Βρετανίας, μέλη διαφορετικών επαγγελματικών συλλόγων εταιρειών. Οι συμμετέχοντες είχαν τη δυνατότητα να περιγράφουν τον θεωρητικό προσανατολισμό τους με τρόπο ώστε να αποδίδει την πολυπλοκότητα των θεωρητικών επιρροών. Λόγου χάρη, στην ερώτηση σχετικά με τις τεχνικές παρέμβασης, σε ποσοστό 95% δήλωσαν πως χρησιμοποιούσαν ένα εκλεκτικό μείγμα στρατηγικών παρέμβασης. Με βάση το θεωρητικό πλαίσιό τους το 49% αυτοπροσδιορίστηκαν ως σαφώς εκλεκτικοί, ενώ το 38% των συμβούλων δήλωσαν σιωπηρής εκλεκτικοί (ότι δηλαδή ταυτίζονται με ένα μόνο θεωρητικό μοντέλο, αλλά επηρεάζονται και από κάποια άλλα). Μόνο το 13% των συμβούλων που συμμετείχαν στην έρευνα των Hollanders και McLeod (1999) μπορούν να θεωρηθούν άκαμπτοι οπαδοί μίας «καθαρής» προσέγγισης.
Συνθετική Προσέγγιση
Η Σύνθεση στην ψυχοθεραπεία σημαίνει ότι ο θεραπευτής επιλέγει τις καλύτερες ή τις καταλληλότερες ιδέες και τεχνικές από ένα φάσμα θεωριών ή μοντέλων, με στόχο να καλύψει τις ανάγκες του πελάτη. Από την άλλη πλευρά, η σύνθεση αναφέρεται σε ένα σχετικά πιο φιλόδοξο εγχείρημα, κατά το οποίο ο θεραπευτής συνενώνει στοιχεία από διαφορετικές θεωρίες και μοντέλα σε μία νέα θεωρία ή μοντέλο. Ο συνθετικός ψυχοθεραπευτής χρειάζεται απλώς να αναγνωρίζει ή να εντοπίζει ποια στοιχεία του αρέσουν από τις υπάρχουσες προσεγγίσεις. Ο ψυχοθεραπευτής με συνθετικό προσανατολισμό πρέπει να εντοπίζει ποια στοιχεία του είναι χρήσιμα, αλλά και να τα «ομογενοποιεί» σε ένα ενιαίο σύνολο.
Για πολλούς ανθρώπους, οι όροι «συνθετικός» και «συνθετιστής» εμπεριέχουν μεγαλύτερη διανοητική ακαμψία. Ωστόσο, πρόσφατα έγιναν απόπειρες να αποκατασταθεί η έννοια του εκλεκτισμού. Στην πράξη, και οι δύο έννοιες εξαρτώνται από τον συνδυασμό, κάτι που υποδηλώνει ότι ο ψυχοθεραπευτής δεν αρκείται στην χρήση μίας μόνο θεωρητικής προσέγγισης.
Οι διαφορετικοί δρόμοι προς τη σύνθεση
Στη βιβλιογραφία της συμβουλευτικής και της ψυχοθεραπείας η ανάγκη να δημιουργηθεί μία ευρύτερη, ολοκληρωμένη προσέγγιση έχει διαμορφώσει αντίθετες απόψεις. Αρκετοί συγγραφείς περιέγραψαν τις επιλογές της σύνθεσης. Λόγου χάρη, ο Mahrer (1989) ισχυρίζεται ότι υπάρχουν 6 διακριτές και διαφορετικές στρατηγικές για να επιτευχθεί η σύνθεση των προσεγγίσεων:
  1. Η ανάπτυξη μίας ουσιαστικής νέας θεωρίας. Η στρατηγική αυτή ενέχει το φιλόδοξο και σύνθετο εγχείρημα της δημιουργίας ενός γνήσιου, νέου τρόπου θεώρησης των ανθρώπων, που θα συμπεριλάβει και θα αντικαταστήσει ικανοποιητικά όλες τις υπάρχουσες θεωρίες. Αυτή η προσέγγιση στη σύνθεση αντιστοιχεί με μια επιστημονική επανάσταση, όπως η αντικατάσταση των θεωριών του Νεύτωνα για το χρόνο, το χώρο και τη βαρύτητα με εκείνες του Αϊνστάιν, και είναι προφανώς πάρα πολύ δύσκολο να επιτευχθεί. Ωστόσο, η αναγνώριση «υπερθεωρητικών» (transtheoretical) δομών και πλαισίων κινείται προς αυτή την κατεύθυνση.
  2. Η ανάπτυξη μίας από τις τρέχουσες θεωρίες σε βαθμό που θα την καθιστούσε ικανή να αφομοιώσει όλες τις άλλες ανταγωνιστικές ή εναλλακτικές θεωρίες. Σύμφωνα με τον Mahrer (1989), η στρατηγική αυτή είναι εκ θεμελίων λανθασμένη, γιατί καθεμιά από τις τρέχουσες θεωρίες βασίζεται σε μία ριζικά διαφορετική
  3. Η ανάπτυξη μίας κοινής γλώσσας. Το να εστιάσει κανείς στα λεξιλόγια, τα σύνολα λέξεων, φράσεων και εννοιών που χρησιμοποιούνται στις διαφορετικές προσεγγίσεις και να εργαστεί για την ανάπτυξη μίας κοινής γλώσσας για τη συμβουλευτική και τη θεραπεία. Η στρατηγική αυτή είναι χρήσιμη για τους συμβούλους με διαφορετικούς προσανατολισμούς, γιατί τους βοηθά να επικοινωνούν μεταξύ τους αποτελεσματικά.
  4. Η αναγνώριση υπερθεωρητικών εννοιών. Να εστιάσει κανείς στα σημεία που συμφωνούν ή είναι κοινά στις διαφορετικές προσεγγίσεις, ώστε να δημιουργήσει συνθετικές έννοιες και τεχνικές μέσα σε συγκεκριμένους τομείς ή συστατικά μέρη θεραπειών και όχι στο επίπεδο της θεωρίας ή της προσέγγισης. Κοινά σημεία που έχουν εξεταστεί κατ’ αυτό τον τρόπο περιλαμβάνουν τη θεραπευτική συμμαχία και τη διαμόρφωση σταδίων αλλαγής.
  5. Η αναγνώριση κοινών τεχνικών. Η ευρύτερη κοινή χρήση συγκεκριμένων τεχνικών η «λειτουργικών διαδικασιών» από τους επαγγελματίες. Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, οι σύμβουλοι και οι θεραπευτές παρατηρούν τους συναδέλφους τους επί το έργον (για παράδειγμα, παρακολουθούν κασέτα) και μαθαίνουντρόπους εργασίας, αλλά σε πρακτικό επίπεδο, όχι σε θεωρητικό.
  6. Έμφαση σε αυτό που είναι αποτελεσματικό. Η χρήση στοιχείων έρευνας βοηθά τους επαγγελματίες να αναγνωρίσουν τεχνικές παρέμβασης που αποδεικνύονται αποτελεσματικές σε συγκεκριμένες περιπτώσεις πελατών. Ο Mahrer (1989) περιγράφει αυτή την εκδοχή σύνθεσης ως «διάγνωση και χορήγηση αγωγής για την αντιμετώπιση του προβλήματος». Ο όρος «τεχνικός εκλεκτισμός» έχει χρησιμοποιηθεί για να περιγράφει αυτή την προσέγγιση από τον Dryden (1984), όπως αναφέρει ο McLeod (2005).
Το πλαίσιο που παρέχει ο Mahrer (1989) αντανακλά τη συνθετότητα του σημερινού διαλόγου για τον εκλεκτισμό και τη σύνθεση. Αυτές οι 6 στρατηγικές συνδυασμού των προσεγγίσεων μπορούν να αποτελέσουν ένα φανταστικό συνεχές, το οποίο στη μία άκρη έχει την έμφαση στις έννοιες και τη διαμόρφωση θεωριών και στην άλλη μία κατά βάση μη θεωρητική, πραγματιστική και εμπειρική προσέγγιση. Στο μέσο αυτού του συνεχούς βρίσκονται οι σύμβουλοι και οι θεραπευτές που δεν είναι ούτε αποκλειστικά πρακτικοί ούτε μόνο θεωρητικοί, αλλά παλεύουν με τα προβλήματα «μετάφρασης» μίας προσέγγισης ή θεωρίας σε μία άλλη. Πρόκειται για συμβούλους που προσπαθούν να μάθουν από τους συναδέλφους τους θέτοντας ερωτήματα, όπως «Τι σημαίνει αυτή η έννοια για μένα;» ή «Πώς μπορεί να ταιριάξει αυτός ο τρόπος εργασίας στο πλαίσιο που έχω δημιουργήσει εγώ;».
Η χρήση της αξιολόγησης του πελάτη στις συνθετικές προσεγγίσεις
Η βασική γραμμή στην αξιολόγηση του πελάτη στο πλαίσιο συνθετικών προσεγγίσεων παρέχεται από το γεγονός ότι οι επαγγελματίες με συνθετικό ή εκλεκτικό προσανατολισμό έχουν στη διάθεσή τους ποικίλα εργαλεία και τεχνικές παρέμβασης. Ο τύπος παρέμβασης που επιλέγεται εξαρτάται από τις ιδιαίτερες ανάγκες και την προσωπικότητα του πελάτη. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι, αντίθετα, ο επαγγελματίας που χρησιμοποιεί μία μόνο θεωρία εργάζεται βάσει αυτής με όλους τους πελάτες του.
Η χρήση των «υπερθεωρητικών» εννοιών στις συνθετικές προσεγγίσεις
Στην πράξη η βασική στρατηγική για να επιτευχθεί η σύνθεση είναι να βρεθεί μία κεντρική θεωρητική έννοια ή ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο να μπορούν να συμπεριληφθούν κάποιες από τις υπάρχουσες προσεγγίσεις. Έχει ειπωθεί (Barkham 1992) ότι οι σύμβουλοι και οι θεραπευτές με συνθετικά προσανατολισμό επιχειρούν να εντοπίσουν υψηλότερου επιπέδου δομές, που να μπορούν να αιτιολογήσουν την ύπαρξη μηχανισμών αλλαγής πέρα από ένα μόνο μοντέλο. Στόχος τους είναι η δημιουργία ενός γνωστικού «χάρτη», ο οποίος θα βοηθήσει να γίνουν κατανοητοί οι σύνδεσμοι και οι σχέσεις μεταξύ ιδεών και τεχνικών. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα συμβουλευτικών και θεραπευτικών προσεγγίσεων που χρησιμοποιούν τέτοιες υπερθεωρητικές ή υψηλότερου επιπέδου δομές.
Ένα παράδειγμα υπερθεωρητικής συνθετικής προσέγγισης που χρησιμοποιείται ευρέως στη συμβουλευτική είναι το κατά Egan (1990) μοντέλο για τον εξειδικευμένο υπεύθυνο παροχής βοήθειας (skilled helper model). Η βασική συνθετική έννοια που επέλεξε ο Egan είναι η διαχείριση προβλημάτων.
Βιβλιογραφία:
1. Barkham, M. (1992). Research on integrative and eclectic therapy in W. Dryden (ed.), “Integrative and Eclectic Therapy: A Handbook”. Buckingham: Open University Press.
2. McLeod, J. (2005). “Εισαγωγή στη Συμβουλευτική”. Αθήνα: Μεταίχμιο.
3. Mahrer, A. (1989). “The Integrations of Psychotherapies: A Guide for Practicing”. NY: Human Sciences Press.

Για εγγραφές

Για απορίες

Δείτε τα βιβλία μας

Βρες τον Θεραπευτή σου

Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Συμβουλευτικής & Ψυχοθεραπείας - E.I.C.P.
error: Το περιεχόμενο προστατεύεται !!